Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί ένας διάλογος ανάμεσα στη Νευροεπιστήμη και την Ηγεσία εντός οργανισμών και επιχειρήσεων. Η νευροεπιστημονική έρευνα μελετώντας τη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου παρέχει επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση που ενημερώνει τον τρόπου ασκείται η ηγεσία. Η σύμπραξη αυτή έχει σκοπό, μέχρι τώρα, να απαντήσει στα εξής ερωτήματα:
Πώς πρέπει να ασκηθεί η ηγεσία ώστε να επιτευχθεί α) ενίσχυση και διατήρηση της αποτελεσματικότητας των στελεχών β) αύξηση και διατήρηση της παραγωγικότητας και γ) η ενεργοποίηση και θετική εμπλοκή των ανθρώπων στην επιδίωξη των στόχων του οργανισμού ή της επιχείρησης.
Η μετατόπιση της προσοχής στις σχέσεις
Το αποτέλεσμα της σύμπραξης αυτή είναι μια (θεωρητικά) μετατόπισης της προσοχής της ηγεσίας από το αποτέλεσμα στις σχέσεις. Γνωρίζουμε τόσο από την οργανωσιακή όσο και από την κοινωνική ψυχολογία ότι η υπερβολική εστίαση στο αποτέλεσμα αλλά και στη απόδοση εις βάρος της μάθησης και των αξιών, έχει βαρύ κόστος τελικά, στην ίδια την απόδοση, την κινητοποίηση, οδηγεί σε απώλειες εργαζομένων (απόλυση ή παραίτηση) ενισχύει τον εσωτερικό ανταγωνισμό εντός των ομάδων, και διαμορφώνει ένα πλαίσιο απειλής παρά εμπιστοσύνης και ανάπτυξης.
Οι σχέσεις κινητοποιούν και εμπνέουν τους ανθρώπους εφόσον μέσα σε αυτές ικανοποιούνται οι κοινωνικές τους ανάγκες, όπως μας ενημερώνει η Νευροεπιστήμη. Πιο συγκεκριμένα, οι ανάγκες αυτές είναι οι εξής:
- Επιβράβευση. Η ανάγκη για ενθάρρυνση, θετικά συναισθήματα και επιβράβευση μέσα στη σχέση.
- Βεβαιότητα. Η ανάγκη να ελεγχθεί το μέλλον μέσα από καλά μελετημένα σχέδια και προετοιμασία.
- Επιλογές. Η ανάγκη να έχουμε επιλογές, να μην υπάρχουν τόσοι μονόδρομοι. Να διαμορφώνονται εναλλακτικές πορείες και να καταλήγει μια συνειδητή επιλογή.
- Ισοτιμία. Η ανάγκη για δικαιοσύνη και αμεροληψία στη λειτουργία των σχέσεων.
- Φήμη. Η ανάγκη για καλή φήμη, θετική εικόνα και εκτίμηση από τους άλλους.
Τι κάνει η νευροεπιστημονικά ενημερωμένη ηγεσία;
Παρακάτω συνοψίζω σε μία λίστα εννέα σημείων, τον τρόπο λειτουργεί μια νευροεπιστημονικά ενημερώνει ηγεσία, σύμφωνα με όσα μας διδάσκουν οι νευροεπιστήμες για την οργανωσιακή συμπεριφορά. Η λίστα είναι ενδεικτική και όχι εξαντλητική.
Οι νευροεπιστημονικά ενημερωμένοι ηγέτες:
- Εστιάζουν στην δημιουργία σχέσεων, στην προσωπική σύνδεση με τους άλλους. Οι σχέσεις που ικανοποιούν τις ανάγκες του ανθρώπινου εγκεφάλου και σύνδεση, εμπνέουν και κινητοποιούν. Είναι σχέσεις εμπιστοσύνης και ενθάρρυνσης, που υποστηρίζουν την ανοιχτότητα σε νέες ιδέες, την εξεύρεση λύσεων και την καινοτομία.
- Αναγνωρίζουν τα συναισθήματα των άλλων, τα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη και ανταποκρίνονται σε αυτά καθώς γνωρίζουν ότι επηρεάζουν αποφάσεις και συμπεριφορές.
- Εστιάζουν στα θετικά συναισθήματα, μεριμνούν ώστε να βιώνονται από τους ανθρώπους καθώς με βάση αυτά προκύπτουν πολύπλοκα πλάνα και λύσεις.
- Γνωρίζουν ότι υπό το καθεστώς απειλής και επιθετικότητας αναστέλλονται οι ανώτερες λειτουργίες επεξεργασίας πληροφοριών και λήψης αποφάσεων του εγκεφάλου και μειώνεται η δυνατότητά για δημιουργική σκέψη και συνεργασία.
- Γνωρίζουν ότι μη συνειδητές διεργασίες οδηγούν σε αντίσταση, ακόμη και όταν υπάρχει ρητή συμφωνία για αυτή. Δηλαδή, ότι συχνά υπάρχει μια αντίφαση ανάμεσα στο ρητό και το άρρητο. Οι άνθρωποι τείνουν να επαναλαμβάνουν νοοτροπίες, συμπεριφορές και στόχους εις βάρος των νέων.
- Λαμβάνουν υπόψη την κόπωση και μεριμνούν για την ξεκούραση των στελεχών τους. Διαμορφώνουν κατάλληλο ωράριο εργασίας, σχεδιάζουν δραστηριότητες αποσυμπίεσης και κοινωνικοποίησης των ομάδων.
- Ενδιαφέρονται για τον τρόπο που κάθε στέλεχος βιώνει προσωπικά την αλλαγή δίνοντας έμφαση στην υποκειμενική του εμπειρία, τις ιδιαίτερες δυσκολίες και αλλαγές στην ανάπτυξή του.
- Διασφαλίζουν πως όλοι όσοι εμπλέκονται, γνωρίζουν το «γιατί» της αλλαγής και τα οφέλη που θα έχει αυτή στην προσωπική τους ανάπτυξη.
- Εργάζονται συστηματικά με τον εαυτό τους ενισχύοντας την αυτογνωσία τους. Σκοπός εδώ είναι να αναπτύσσουν συμπεριφορές με βάση τον ορθολογισμό και όχι την παρόρμηση.
Οι νευροεπιστήμες και η γνώση για την δομή και λειτουργία του εγκεφάλου πρώτον, ενημερώνουν τους ηγέτες και τα στελέχη διοίκησης για όλα τα παραπάνω και δεύτερον, απαντούν στο γιατί πρέπει να τα ακολουθήσουν.
Ωστόσο, όπως γίνεται αντιληπτό, το παραπάνω αποτελεί ένα πρόταγμα και όχι καθημερινή πραγματικότητα στις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς.
Κριτικός αναστοχασμός
Ο προβληματισμός που παρουσιάζω αναπτύσσεται σε τρεις άξονες: πρώτον δύναμη της βιολογικής εξήγησης για πράγματα που ήδη γνωρίζουμε, δεύτερον τον βιολογικό αναγωγισμό και την τρίτον, την ηθική και δεοντολογία.
Η δύναμη της «βιολογικής εξήγησης»
Η λίστα που είδαμε παραπάνω, είναι αλήθεια ότι δεν μας ενημερώνει για κάτι που δεν γνωρίζαμε ήδη από την οργανωσιακή, κοινωνική ψυχολογία ή ακόμη και από την κλινική ψυχολογία. Η αξία της σχέσης και του περιβάλλοντος εμπιστοσύνης ως μέσο ανάπτυξης και λειτουργίας δεν είναι κάτι νέο. Το καινούριο στοιχείο είναι ότι η γνώση αυτή αποκτά και βιολογική βάση μέσα από τις νευροεπιστήμες. Και τώρα «εισακούεται» ως πρόταγμα επιστημονικό και δεν θεωρεται «φιλοσοφία» ή «ψιλά γράμματα».
Επιτρέψτε μου να θέσω το ερώτημα: Γιατί χρειάζονται «βιολογικές αποδείξεις» για να επιδείξουμε ενσυναίσθηση, προσωπικό ενδιαφέρον και σύνδεση, να δημιουργήσουμε ουσιαστικές σχέσεις εντός εργασίας; Τι μας λέει αυτό για την κουλτούρα και την συμπεριφορά μας;
Ο βιολογικός αναγωγισμός.
Καθώς οι νευροεπιστήμες προσφέρουν «αντικειμενικές βιολογικές αποδείξεις» για ζητήματα που αφορούν την ανθρώπινη συμπεριφορά (εδώ την ηγεσία και την κινητοποίηση), υπάρχει ο κίνδυνος να αναχθούν όλα σε ηλεκτροχημικές διεγέρσεις τομέων του εγκεφάλου.
Αν συμβεί αυτό, αφήνουμε εκτός συζήτησης τις παραμέτρους που επηρεάζουν πραγματικά την συμπεριφορά, δηλαδή τον πολιτισμό, την προσωπικότητα, το πλαίσιο εντός του οποίου αλληλεπιδρά κανείς αλλά και την δυναμική που αναπτύσσεται μέσα από όλα αυτά.
Υπάρχει ο κίνδυνος για ομογενοποίηση, αφού «όλοι έχουμε τον ίδιο εγκέφαλο» και αμφιβόλων κινήτρων υπεραπλουστεύσεις, όπως για παράδειγμα να διατυπωθεί το «προφίλ του ιδανικού εγκεφάλου» για ηγεσία ή να καθιερωθεί το γονίδιο του «ικανού ηγέτη». Θα μπορούσε δηλαδή, να μας ζητήσουν κάποια στιγμή να καταθέτουμε απεικονιστικές εξετάσεις του εγκεφάλου και DNA για την πρόσληψη σε μια θέση.
Ο βιολογικός αναγωγισμός μπορεί να οδηγήσει εύκολα σε απόψεις περί «φυσιολογικού» και «παθολογικού» εντός οργανισμών και επιχειρήσεων. Δεν πρέπει να παθολογικοποιηθεί το μη αποτελεσματικό. Δεν μπορεί να φθάσουμε στο σημείο να κατανοούμε την αναποτελεσματικότητα ενός εργαζομένου ως παθολογικό πρόβλημα του εγκεφάλου του.
Γνώση: ηθική και δεοντολογία κατά την χρήση της.
Η γνώση, κάθε γνώση για την ανθρώπινη συμπεριφορά, τον εγκέφαλο, τη σύνδεση και την σχέση, τον μη συνειδητό κόσμο, συνεπάγεται πάντοτε μια ηθική και μια δεοντολογία. Είναι γνώση, η χρήση της οποίας χρειάζεται οριοθέτηση και πλαισίωση. Στην σύμπραξη νευροεπιστημών και ηγεσίας, ποιο είναι το πλαίσιο ηθικής και δεοντολογίας; Ποιο είναι το όριο ανάμεσα στο επιτρεπτό και το ανεπίτρεπτο, ποιος και με ποια επάρκεια αξιοποιεί αυτά τα «εργαλεία»;
Το οργανωσιακό/επιχειρησιακό πλαίσιο λειτουργεί με τις αξίες του κέρδους, της αποτελεσματικότητας και της παραγωγικότητας. Είναι ένα πλαίσιο ιεραρχίας και αξιολόγηση. Και καλώς, έτσι υπηρετεί τους στρατηγικούς του σκοπούς. Ωστόσο, σε αυτό το πλαίσιο χρειάζονται αντίβαρα και αντισταθμιστικές διαδικασίες όταν ηγέτες εξοπλίζονται με γνώσεις που τους δίνουν το δικαίωμα να χειριστούν τους άλλους.
Καταλήγοντας
Η σύμπραξη νευροεπιστήμης και ηγεσίας, έφερε στη συζήτηση, με νέους όρους, τη αξία και τη σημασία της σχέσης και της σύνδεσης. Κι αυτό κατά την γνώμη μου αποτελεί μια δημιουργική αντίφαση πολύ ενδιαφέρουσα και θετική. Υπό την έννοια ότι, μέσα σε ένα πλαίσιο που λειρουργεί με σκοπό το κέρδος και με βάση την ιεραρχία, αναδεικνύονται ποιοτικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων, η εστίαση μετατοπίζεται στα συναισθήματα και τις συμπεριφορές. Εντούτοις, χρειάζεται μια δεοντολογική πλαισίωση της χρήσης της νευροεπιστημονικής γνώσης και η συσχέτιση των ευρημάτων της με όσα ήδη γνωρίζουμε από άλλα, συγγενή πεδία.
Το άρθρο αυτό περιλαμβάνει την ανακοίνωση μου στο 2ο διεπιστημονικό συνέδριο “Φροντίζοντας τον Εγκέφαλο” που πραγματοποιήθηκε 18-19 Μαρτίου 2022.
Βιβλιογραφία:
Becker, William & Cropanzano, Russell. (2010). Organizational neuroscience: The promise and prospects of an emerging discipline. Journal of Organizational Behavior 31.
Boyatzis, R. E. (2014). Possible Contributions to Leadership and Management Development from Neuroscience. Academy of Management Learning & Education, 13, 300-303.
Boyatzis, R. E., & McKee, A. (2005). Resonant Leadership: Renewing Yourself and Connecting with Others through Mindfulness, Hope, and Compassion. Boston: Harvard Business School Press.
Boyatzis, Richard & McKee, Annie. (2006). Inspiring others through resonant leadership. Business Strategy Review. 17.
Hills, J. (2013), “Are your leaders brain-savvy, and why should you care?”, Strategic HR Review, Vol. 13 No. 1, pp. 11-15
Lindebaum, D., & Zundel, M. (2013). Not quite a revolution: Scrutinizing organizational neuroscience in leadership studies. Human Relations, 66(6), 857–877.
Lindebaum, D. (2013). Pathologizing the Healthy But Ineffective: Some Ethical Reflections on Using Neuroscience in Leadership Research. Journal of Management Inquiry, 22(3), 295–305.
Lindebaum, D. (2016). Critical essay: Building new management theories on sound data? The case of neuroscience. Human Relations, 69(3), 537–550
Waldman, D. A., Balthazard, P., & Peterson, S. J. (2011). Leadership and neuroscience: Can we revolutionize the way that inspirational leaders are identified developed? The Academy of Management Perspectives, 25(1), 60–74.
O Χαράλαμπος Πετράς είναι Ψυχολόγος, Διαπιστημένος Executive Coach, ICF PCC, EMCC SP, MISCP, και Συγγραφέας. Είναι μέλος του International Society for Coaching Psychology, ιδρυτής & διευθυντής του Athens Coaching Institute.
Σπούδασε Ανθρωπολογία, Ψυχολογία, Ιστορία και έχει εκπαιδευτεί στο Coaching, στην Συστημική Ψυχοθεραπεία, την Θεραπεία EMDR και την Εκπαίδευση Ενηλίκων. Από το 2009 εργάζεται ως επαγγελματίας Coach κυρίως με μεγάλους οργανισμούς, στελέχη διοίκησης και ηγεσίας. Βιβλία του που κυκλοφορούν είναι η “Τέχνη του Coaching”, ένα εγχειρίδιο για επαγγελματίες και η “Τέχνη των Στόχων” μια μελέτη για την ανάπτυξη και την επιτυχία. Παράλληλα, διατηρεί γραφείο ψυχολόγου όπου εργάζεται κλινικά, με ενήλικες.